Στις 14 Ιανουαρίου 1949 το πρωί, η τοπική ηγεσία του ΚΚΕ μαζί με τον αρχηγό της Πολιτοφυλακής παρουσιάζονται στους Βλαντάν, Μπελογιάννην και Θεοχαρόπουλον και κομπάζοντες αναφέρουν ότι αι εκκαθαριστικαί επιχειρήσεις εξελίχθησαν επιτυχώς βάσει του εκπονηθέντος σχεδίου. Οι αρχηγοί του Δημοκρατικού Στρατού τους συγχαίρουν και δίδουν εντολήν να συγκεντρωθούν τα τμήματα του κομμουνιστικού στρατού και οι αιχμάλωτοι στην ίδια ακριβώς τοποθεσία από την οποία είχαν εξορμήση οι συμμορίται για την κατάληψη της Νάουσσας.
Το πρωί της 14ης Ιανουαρίου συνεκεντρώθησαν εις τας θέσεις που είχαν εξόρμηση οι αντάρτες. Μαζί μ' αυτούς και οι εννιακόσιοι επτά όμηροι. Ανάμεσά τους ο ταγματάρχης Χρήστος Κοντώσης, ο υπομοίραρχος Λάμπρος Μιχαλόπουλος και καμμία εξήντα στρατιώτες και χωροφύλακες, οι περισσότεροι από τους οποίους τραυματισμένοι και αιμόφυρτοι είχαν συρθή στο Βέρμιο από τους δήμιούς του. Ο στρατηγός Βλαντάς, και οι ταξίαρχοι Μπελογιάννης και Θεοχαρόπουλος, δίκην θριαμβευτών, πρώτα επιθεώρησαν τα τμήματα των ΕΛΑΣιτών. Ο Βλαντάς, συνεχάρη τους λησταντάρτες για την επιτυχία τους. Εν συνεχεία, οι αρχηγοί του ΕΛΑΣ πήγαν στο σημείο όπου εκρατούντο οι εννιακόσιοι επτά όμηροι. Έφτυσαν τον Κοντώση και μίλησαν απειλητικά προς τα θύματά τους. Ιδιαίτερα σκληροί ήταν οι ηγέται του ΚΚΕ έναντι των χωροφυλάκων και των τραυματιών. Ο Μπελογιάννης δεν δίστασε να κλωτσήση δύο τραυματίες χωροφύλακες και να σκαμπιλήση τον υπομοίραρχο Μιχαλόπουλο.
Η συγκέντρωση των ορδών του ΕΛΑΣ και των ομήρων και οι λόγοι που εξεφώνησαν οι αρχηγοί του ΚΚΕ, κράτησε κοντά δύο ώρες. Αργά δε το απόγευμα και πριν νυκτώση επηκολούθησε επιθεώρηση που έγινε στην θέση Ίσβορος στο δάσος Κανέλη της Ναούσσης. Ύστερα, με πρόσταγμα του Βλαντά οι συμμορίται και οι όμηροί των, πήραν τον δρόμο προς το Καϊμακτσαλάν μέσω Μουχαρέμ Χαν. Επειδή οι αρχηγοί των συμμοριτών διεπίστωσαν ότι εκεί ευρίσκοντο στηρίγματα του στρατού, που συνεπλάκησαν με τις πρώτες ομάδες των ΕΛΑΣιτών, έδωκαν σήμα αλλαγής πορείας προς το Μεοόβουνο της Πτολεμαΐδος. Εν συνεχεία διά του κάμπου Αμυνταίου επροχώρησαν προς τον ορεινόν όγκον του Βίτσι.
Εις τον κάμπο του Αμυνταίου, η εμπροσθοφυλακή των συμμοριτών ηναγκάσθη να δώση μάχην με τα άρματα του στρατού, με απώλειες νεκρών και περισσοτέρων τραυματιών. Επωφελούμενοι της μάχης, κατώρθωσαν να διαφύγουν εξήκοντα οκτώ εκ των ομήρων. Μαθαίνοντας οι ηγέται των ΕΛΑΣιτών για την δραπέτευση των Ναουσσαίων, εδόθη αμέσως διαταγή του Μπελογιάννη και εξετελέσθη διά τουφεκισμού ο Κοντώσης Χρήστος. Στην εκτέλεση του Κοντώση προέβησαν οι συμμορίται για να σπάση το ηθικό των απαχθέντων και επειδή είχαν υπόνοια ότι ο ηρωικός ταγματάρχης οργάνωσε και κατηύθυνε την απόδραση των 68 ατόμων. Εν συνεχεία και πάλιν με διαταγή του Μπελογιάννη εσφαγιάσθησαν κατακρεουργηθέντες αγρίως ο λοχαγός Σταματόπουλος Χρήστος και ένας χωροφύλαξ. Τον πρώτο έσφαξαν σαν κατσίκι, όπως μου διηγείτο ένας ΕΛΑΣίτης, ενώ τον άλλον εξετελέσαν διά πυροβολισμού.
Η φρικτή εκτέλεσις των δύο αξιωματικών και του χωροφύλακα, εδημιούργησαν κλίμα φοβίας και όλοι οι δεσμώται πίστευαν ότι οι σκοτωμοί θα συνεχίζοντο. Όλοι αναρωτώντουσαν ποιος θα είχε σειρά για εκτέλεση. Το κακό όμως περιορίσθηκε στα τρία αυτά θύματα, και ευθύς αμέσως εδόθη εντολή να προχωρήση η φάλαγγα. Ο κύριος όγκος των συμμοριτών έχοντας εις το μέσον τους ομήρους κατηυθύνθη από το Βίτσι εις το χωρίον Μελάς. Οι μισοί των ομήρων κρατήθηκαν εκεί, ενώ οι υπόλοιποι επροχώρησαν εις Πλατύ Πρέσπας όπου υπήρχαν τα έμπεδα των ανταρτών.
Εξαντλημένοι από τις κακουχίες και με πυορροούνται τα πόδια τους από τα κρυοπαγήματα, εκλιπαρούσαν τους συμμορίτας να τους λυπηθούν και να τους αφήσουν στα χωριά αυτά να ξεκουρασθούν και να γιατρευθούν. Με διαταγή του Θεοχαρόπουλου, συνεργείο από ιατρούς ΕΛΑΣίτες, πήγε αρχικώς εις το Πλατύ Πρέσπας και εν συνεχεία εις το χωρίον Μελάς. Επιζώντες όμηροι, μου ανέφεραν ότι η στάσις των ιατρών υπήρξεν πράγματι ανθρώπινη. Κινήθηκαν για να ανακουφίσουν τους πάσχοντας, πιστοί στον όρκο του Ιπποκράτη. Αφού ξεχωρίσουν διακόσιους που υπέστησαν κρυοπαγήματα, εφροντίσαν να εισαχθούν οι όμηροι εις τα πρόχειρα νοσοκομεία και αναρρωτήρια των χωριών Βροντερού και Μικρολίμνης. Στα αναρρωτήρια αυτά υπήρχε πλήρης οργάνωσης και επικρατούσε καθαριότης. Εβδομήντα όμηροι που είχαν κρυοπαγήματα μεγαλύτερου βαθμού και που η αποσύνθεσις των πελμάτων των ποδιών τους ήταν ολοφάνερη, μεταφέρθηκαν στην Αλβανία εισαχθέντες εις τα νοσοκομεία της Κορυτσάς, όπου παρέμειναν μέχρις πλήρους αναρρώσεώς των, πλην τριών τραυματιών που με σαπισμένο ολόκληρο το σώμα τους άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή.
Μέχρι τέλους Φεβρουαρίου του 1949, εις το έμπεδον του Πλατέος εξεπαιδεύθησαν και έκαμαν ασκήσεις μάχης οι εκ των ομήρων δυνάμενοι να φέρουν όπλα. Οι μεγαλυτέρας ηλικίας και 22 στρατιώται οδηγήθηοαν στις 2 Μαρτίου για να φέρουν ξύλα για τα τζάκια και τα μαγειρεία των ΕΛΑΣιτών, χωρίς έκτοτε να δώσουν ίχνη ζωής. Όπως έλεγαν οι παλαιοί ΕΛΑΣίται, οι γέροι φαγώθηκαν από τους λύκους της Αλβανίας, ενώ οι 22 στρατιώται πήγαν να κάμουν συντροφιά τον ταγματάρχη Κοντώση. Έτσι άφησαν να υπονοηθή ότι δεν ζούσε κανένας από τους 27 απαχθέντας.
(«Το κατηγορώ των νεκρών της Ναούσσης κατά του Κομμουνισμού» - Δημήτριος Θεοχαρίδης)
Πηγή: www.pare-dose.net/4990#ixzz4PvcFsFY0
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου