Κωνσταντίνος Μόσιαλος,
«Αντάρτικο 1942-1945,μια μαρτυρία».
Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Και τι είδα. Ένα λάκκο σκαμμένο σε σχήμα γάμμα, βάθους ενός μέτρου περίπου και πλάτους δύο και, δύο αντάρτες, το φουστανελοφόρο «Υψηλάντη» και τον αδύνατο «Διαμαντή», να έχουν δύο ανθρώπους γονατισμένους και να τους κόβουν το λαιμό σαν κατσίκια, χωρίς να ακούγεται από τους σφαγμένους ούτε κιχ, ούτε φωνή, ούτε βόγγος.
Μόνο ένα ροχαλητό ακουγόταν, όταν πεταγόταν το αίμα μακριά από το λαιμό.Έκανα ένα αχ, χωρίς να βγάλω φωνή. Ούτε κανένας έβγαλε φωνή από τους είκοσι ένας που είμασταν εκεί μελλοθάνατοι. Ίσως είναι απίστευτο, αλλά είναι αλήθεια, και μόνον αλήθεια.
Τώρα παρακολουθούσα πως τους έσφαζαν, τους πρώτους, ώσπου να έρθει η σειρά μου. Είχαν σφάξει τέσσερις αλλά δεν είχα δει ακριβώς πως τους έπαιρναν από τη γραμμή. Τώρα είχα την ευκαιρία να τους βλέπω. Πρώτον διότι έβλεπα καλά απ’ το φως του φεγγαριού και δεύτερον είχα πλησιάσει το λάκκο.
Ο ένας σφαγέας ήταν στη μία άκρη του λάκκου και ο άλλος στην άλλη. Βλέπω τον «Υψηλάντη», που ήρθε στη γραμμή με τον πρώτο που είχε σειρά, να τραβάει την τριχιά κάτω από τη μασχάλη για να τον απελευθερώσει από τους άλλους, και να τον πάρει για σφάξιμο χωρίς να του λύσει τα χέρια που ήταν δεμένα πίσω. Τον πήρε, τον πήγε στην άκρη του λάκκου και του είπε «γονάτα».
Ο μελλοθάνατος χωρίς δισταγμό γονάτισε, και το παλληκάρι ο «Υψηλάντης» του κάρφωσε το μαχαίρι στο λαιμό, από μέσα προς τα έξω και με μια κλωτσιά τον έριξε μέσα στο λάκκο. Στο διάστημα που ο «Υψηλάντης» έκανε αυτό, ο «Διαμαντής» έπαιρνε άλλον, με την ίδια διαδικασία της τριχιάς. Η τριχιά έπρεπε να βγει όλη χωρίς να κοπεί πουθενά. Έπρεπε να δέσει και άλλους μελλοθάνατους.
Πάντως δε βιάζονταν, διότι όταν τους πετούσαν στο λάκκο τους κοίταζαν πως χτυπιόνταν και πως ξεψυχούσαν αφού πολλούς ή μάλλον όλους τους έριχναν στο λάκκο μισοσφαγμένους.
Ήρθε η σειρά του αδελφού του πατέρα μου. Μόλις του είπε «γονάτα», τους είπε, και ήταν ο μόνος που μίλησε εκείνη την ώρα:
– Ρε παιδιά, αφήστε με να πιω λίγο νερό, κόλησε το στόμα μου, και μετά χαλάστε με.Εκείνη τη στιγμή η λέρα ο «Υψηλάντης», του είπε:
– Σκάσε, ρε πούστη σκατόγερε που θέλεις και νερό, τώρα θα σου δώσω εγώ και του έκοψε το λαρύγγι».-
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Πηγή : http://autochthonesellhnes.blogspot.de/2016/11/blog-post_10.html?m=1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου